Ιστορία

Το Ελληνικό βρίσκεται νότια της Στεμνίτσας και είναι χτισμένο πάνω σε τρεις μικρούς λόφους σε υψόμετρο 700 μ. Η ιστορία του Ελληνικού ξεκινάει γύρω το 15o αιώνα και συγκεκριμένα το 1515 όπου παρουσιάζεται στην απογραφή της οθωμανικής αυτοκρατορίας στα Οθωμανικά αρχεία ως φέουδο του Αχμέτ Μπέη με πληθυσμό αποτελούμενο από 41 οικογένειες, 5 αγάμους και 1 χήρα. Στη συνέχεια έχουμε κι’ άλλες γραπτές αναφορές στα ανωτέρω αρχεία αλλά και. την πρώτη γραπτή αναφορά περιηγητή στην περιγραφή του Βενετού Ριετ’ Aντόνιο Ρακιφίκο το 1690 σε οδοιπορικό του στο Μοριά.

Το αναφέρει ως Μουλάτσι και είναι η πρώτη ονομασία του χωριού. Στην απογραφή του Βενετού Grimani που έγινε το 1700,το Μουλάτσι φέρεται να έχει 148 κατοίκους. Το έτος 1849 ο αριθμός ανήλθε στους 347 και το 1907 στους 807.Ο αριθμός αυτός είναι και ο μεγαλύτερος στην πληθυσμιακή ζωή του χωριού. Μετά το 1907 ο αριθμός μειώνεται σταδιακά από χρόνο σε χρόνο. Η ονομασία “Ελληνικό” εδόθη το 1927 από το γνωστό τοπωνύμιο που υπάρχει βόρεια του χωριού και σε μικρή απόσταση απ’ αυτό.

Κατά τη διάρκεια του αγώνα του 1821 έχουμε πολλές αναφορές για αγωνιστές καταγόμενους από το Ελληνικό όπως ο οπλαρχηγός Σάββας Νικολόπουλος και οι στατιώτες Παύλος Λαγοδήμος ,Βασίλης Μπαρμπαλιάς , Διαμ. Παπαβασιλόπουλος ,Κων/νος Ταλούμης. Βαρύ φόρο αίματος πλήρωσε το χωριό τόσο κατά τον Α Παγκόσμιο πόλεμο όσο και κατά τον Β Παγκόσμιο πόλεμο.

Αρχαιότητα

Το Ελληνικό είναι το μεγαλύτερο χωριό του δήμου Τρικολώνων στην καρδιά της μυθικής Αρκαδίας. Η περιοχή αυτή ονομαζόταν κατά την αρχαιότητα Ευτρησία και περιλάμβανε τις πόλεις Τρικόλωνοι, Ζοιτία, Θυραίον και Υψούς. Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους η επαρχία Γορτυνίας αποκαλούνταν δρόγγος (υποδιοίκηση) των Σκορτών, σλαυιστί δε Γκόρτσα, προφανώς εκ παραφθοράς του ονόματος Γόρτυς, ενώ επί Φραγκοκρατίας επικράτησε η ονομασία Καρύταινα, η οποία επίσης απηχεί το όνομα Γορτυνία, που επανακαθιερώθηκε από το 1855 ως η παρούσα ονομασία της επαρχίας, επισφραγίζοντας έτσι το πέρασμα των Φράγκων.

Κατά τον μεγάλο Έλληνα περιηγητή του 2ου μ.Χ αιώνα Παυσανία στα Αρκαδικά του, η αρχαία πόλη Τρικόλωνοι που ταυτίζεται τοπογραφικά με το σημερινό χωριό Παληομείρι χτίστηκε από τον Λυκάονα και υπήρξε πολυπληθής. Η δε πόλη Υψούς, που κατά την εποχή του Παυσανία ήταν απροσπέλαστη λόγω των αγρίων θηρίων της περιοχής, χτίστηκε κατά την μυθολογία από έναν από τους 50 γιούς του Λυκάονα, που εξαιτίας της ασέβειάς του κατακεραυνώθηκε από τον Δία μαζί με τους υπόλοιπους, εκτός από τον Νύκτιμο, τον οποίο διαδέχτηκε στην βασιλεία ο Αρκάς.

Ο “ενδοξότατος πάντων” βασιλιάς Αρκάς έδωσε το όνομα του στην ευρύτερη περιοχή, η οποία μετονομάστηκε σε Αρκαδία, ενώ η προγενέστερη ονομασία της ήταν Πελασγία, από τον Πελασγό, πατέρα του Λυκάονος. Ο Λυκάων υπήρξε ο πρώτος μυθικός βασιλιάς της Αρκαδίας και ιδρυτής της αρχαίας πόλης Λυκόσουρας επί του Λυκαίου όρους, όπου και καθιέρωσε την γιορτή των Λυκαίων προς τιμήν του Λυκαίου Διός. Η θανάτωση του Λυκάονα και των γιων του από τον κεραυνό του Διός, καθώς και η καθιέρωση γιορτής προς τιμήν του Διός από τον Λυκάονα αποτελούν ενδείξεις προγενέστερης λατρείας στην περιοχή, η οποία μάλιστα συνδέεται με διαφορετικές θυσιαστικές πρακτικές από αυτές της παραδοσιακής, Ομηρικής λεγόμενης θρησκείας με βασιλιά των θεών τον Δία.

Τον Νύκτιμο, τον μόνο ευσεβή γιο του Λυκάονα διαδέχτηκε ο βασιλιάς Αρκάς, ο οποίος και έδωσε το όνομά του στην όλη περιοχή, επειδή δίδαξε στους υπηκόους του την καλλιέργεια της γης, την παρασκευή του άρτου, την ύφανση και τις άλλες τέχνες. Έτσι οι Αρκάδες αναδείχτηκαν σε λαό γεωργικό και ποιμενικό, ενώ ήταν ανέκαθεν γνωστοί για την ανδρεία τους και την αγάπη τους για τις τέχνες.

Η άμεση σχέση συγγένειας μεταξύ Πελασγού και Λυκάονα αποτελεί ένδειξη της συγγενικής σχέσης των Αρκάδων με τους Πελασγούς, των πρώτων δηλαδή αυτόχθονων ελληνικών φύλων που κατοίκησαν στην περιοχή. Η γλώσσα των αρχαίων Αρκάδων είναι η λεγόμενη αρκαδοκυπριακή, η αρχαιότερη από τις τέσσερις διαλέκτους της αρχαίας Ελληνικής, συγγενής της μυκηναϊκής γλώσσας των Αχαιών που συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο.

Με την κάθοδο των Δωριαίων, οι Αρκάδες περιορίστηκαν στην ορεινή ενδοχώρα της Πελοποννήσου, διατηρώντας την ανεξαρτησία τους από την Σπαρτιατική απειλή τον 7ο π.Χ. αιώνα. Κατά τους Περσικούς πολέμους έστειλαν στρατό στην μάχη των Θερμοπυλών και στις Πλαταιές, ενώ κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο συμμάχησαν για πρώτη φορά με τους Σπαρτιάτες και τους Κορίνθιους.

Το λεγόμενο “Παραιβάσιο” που είναι η δεύτερη ονομασία που προτάθηκε για το χωριό Ελληνικό είναι ένα μνημείο που ιδρύθηκε από τους Αρκάδες της περιοχής, όταν ο βασιλεύς Κλεομένης ερείπωσε την Μεγαλόπολη τον 3ο μ. Χ αιώνα και ανάγκασε τους κατοίκους της να επιστρέψουν στις ορεινές τοποθεσίες.

Την σημερινή του ονομασία οφείλει το χωριό στην τοποθεσία “Ελληνικό” βορείως του οικισμού, όπου εντοπίστηκαν αρχαιοπρεπείς ογκόλιθοι, ανήκοντες σε αρχαίο φρούριο ή ναό. Αξιοσημείωτο ότι στην Κρήτη υπάρχουν πολλές τοποθεσίες που φέρουν το ίδιο προσωνύμιο με ελαφρώς παραλλαγμένη ορθογραφία: “Ελλενικά”. Παραφθορά του ίδιου προσωνυμίου (Λενικά) απαντάται στην επαρχία Γορτυνίας και στην περιοχή μεταξύ Βαλτεσίνικου και Γλανιτσιάς.

Το χωριό Ελληνικό δικαιολογεί και φέρει το όνομά του επάξια μια και αποτελεί μικρογραφία της Ελληνικής Ιστορίας στις μεγαλύτερες στιγμές της. Αγαπημένος προορισμός αρχαιολατρών, φυσιολατρών, θαυμαστών της βυζαντινής μας παράδοσης και της σύγχρονης ιστορίας βρίσκουν στο Ελληνικό το κατάλληλο εφαλτήριο λόγω της τοποθεσίας του στην καρδιά της Αρκαδίας, της ευκολίας πρόσβασης και των ειδυλλιακών συνθηκών διαμονής που παρέχει σήμερα .

Αρκαδία

Η Αρχαία Γόρτυς πέραν της ένδοξης και μακραίωνης ιστορίας της, εβρισκόμενη στην καρδιά της Αρκαδίας, περιβάλλεται όσο καμιά άλλη τοποθεσία από τον αχλή του μύθου της.

Όποιος δεν έχει επισκεφτεί την Αρκαδία, αγνοεί ότι ο παράδεισός είναι επίγειος. Δεν είναι τυχαίο ότι, από την αρχαιότητα έως σήμερα, η Αρκαδία είναι ο μόνος τόπος-τοπίο, που έχει θρέψει την φαντασία τόσων μεγάλων ποιητών και ζωγράφων ανά τους αιώνες. Γιατί η Αρκαδία δεν είναι μόνο τόπος πραγματικός, αλλά και συμβολικός. Είναι η παραδείσια ουτοπία, όπου το ονειρικό σμίγει με το πραγματικό, ένας ναός της φύσης, όπου η θρησκευτικότητα σμίγει με την φυσιολατρία.

Εκεί επέλεξε ο Πάνας, θεός της βουκολικής ζωής, να γεννηθεί, για να απολαμβάνει ανέμελος την συντροφιά των Νυμφών, υπνωτίζοντας με την μουσική της φλογέρας του τα ονειρικά τοπία της γενέτειράς του, μακριά από τους κεραυνούς του Ολύμπου. Είναι όμως κι ο θεός που με την ίδια φλογέρα σπέρνει στους εχθρούς του τον λεγόμενο ‘πανικό’, για να συνδράμει στην Τιτανομαχία τον ομογάλακτό του  Ολύμπιο Δία και βασιλιά του δωδεκάθεου.

Ο ελληνιστικός ποιητής Θεόκριτος επινόησε ξεχωριστό είδος ποίησης, την λεγόμενη βουκολική, για να υμνήσει την ειδυλλιακή ποιμενική ζωή. Ο ποιητής Βιργίλιος, άξιος μιμητής του Θεόκριτου, παρότι Λατίνος, επαναπάτρισε την ειδυλλιακή ποίηση στον τόπο έμπνευσής της, την μυθική Αρκαδία, όπου και εκτυλίσσονται τα Βουκολικά του ποιήματα, γνωστά και ως Εκλογές.

Έκτοτε η Αρκαδία αναδείχτηκε στην ποίηση ως ο κατ’ εξοχήν τόπος της ειδυλλιακής μακαριότητας. Η επίδραση του Βιργιλίου στην Μεσαιωνική ποίηση εξηγεί γιατί η Θεία Κωμωδία του Δάντη βρίθει αναφορών στην Αρκαδία. Με τον Ισπανό ποιητή ντε λα Βέγκα η Αρκαδία παρουσιάζεται ως ο επίγειος παράδεισος της ποιμενικής απλότητας, ενώ το 1502 ο Jacobo Sannazaro με το ομώνυμό του ποίημα «Αρκαδία», την καθιερώνει ως το χαμένο όνειρο της ειδυλλιακής αναπόλησης. Tο 1590 ο Sir Philip Sidney εκδίδει το ποίημα του “The Countess of Pambroke’s Arcadia”, καθιστώντας την Αρκαδία σύμβολο της  εποχής της Αναγέννησης, αλλά και σταθερό σημείο αναφοράς της εποχής του Ρομαντισμού.

Το αρκαδικό τοπίο δεν άφησε ασυγκίνητη και την ζωγραφική, που συναγωνίζεται την ποίηση στον πλούτο και την ποικιλία αναφορών της στην μυθική Αρκαδία των ποιμένων, του Πάνα και των Νυμφών.

Ο εμβληματικός πίνακας του Nicolas Poussin «Οι ποιμένες της Αρκαδίας», την απεικονίζει  ως τον ειδυλλιακό επίγειο παράδεισο, που μόνο ο θάνατος μπορεί να σκιάσει. Με την αινιγματική επιγραφή «Et in Arcadia ego» στον μαρμάρινο τάφο, όπου σκύβουν οι ποιμένες της Αρκαδίας του Γάλλου ζωγράφου, ο θάνατος δηλώνει την παρουσία του υπαινικτικά. Γιατί όποιος επισκέπτεται την Αρκαδία ξεχνάει τον θάνατο.

Αξιοσημείωτο είναι ότι σύγχρονη επιστημονική μελέτη, εκπονηθείσα από Έλληνα ερευνητή τοποθετεί στην Γορτυνία τα λείψανα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που η παράδοση τον θέλει να μην πεθαίνει ποτέ. Ίσως να είναι αυτός ο τάφος που αναζητούν οι αινιγματικοί «Ποιμένες της Αρκαδίας» του Νικολά Πουσσέν.

Όποιος δεν έχει αφουγκραστεί τα νερά του ποταμού του Διός, Λουσίου, να κυλούν κελαριστά κάτω από τα χνάρια του ναού του Ασκληπιού στην Αρχαία Γόρτυνα, όποιος δεν έχει ακούσει τα σφυρίγματα των ποιμένων να σμίγουν με τα χαρούμενα κουδουνίσματα των αιγοπροβάτων τους στον ιερό αυτό τόπο, δεν μπορεί να φανταστεί πως η ξεγνοιασιά της ταπεινής βουκολικής ζωής μπορεί ν’ αντηχήσει στα τρίσβαθα της ύπαρξης. Η Αρκαδία εμπνέει την θρησκευτικότητα ακόμη και σ’ αυτούς που την απαρνούνται, αιχμαλωτίζει την ψυχή στα δικά της δίχτυα και την παραδίδει σε ονειροπόληση όσο καμία άλλη.

Η Αρκαδία δεν είναι μόνο ο φερώνυμος τόπος, αλλά η ονειρική ουτοπία, ο χαμένος παράδεισος, όπως έγραψε ο Μίλτον, που η ψυχή ποθεί κι αναζητά προτού ενσαρκωθεί. Σύμβολο της επίγειας και μεταθανάτιας μακαριότητας, σύμβολο της αρχαιοελληνικής φυσιολατρίας, αλλά και του χριστιανικού παραδείσου, σύμβολο χριστιανικό και παγανιστικό, η Αρκαδία είναι ο μόνος τόπος στην παγκόσμια ιστορία, που ζει μέσα μας, όσο υπάρχει κι έξω από μας. Γιατί η Αρκαδία αποτελεί από την ελληνική αρχαιότητα τον κατ’ εξοχήν βουκολικό τόπο, όπου ο άνθρωπος λησμονεί τις μέριμνές του, βρίσκοντας τον παράδεισο επί γης.  Αξίζει να την επισκεφτούμε.

Αρχαία Γόρτυς

Σε μικρή απόσταση από το Ελληνικό, στις όχθες του ποταμού Λούσιου, όπου και καταλήγουν και τα περισσότερα μονοπάτια του, λόγω της εκπληκτικής φυσικής καλλονής, η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή αποκάλυψε τα θεμέλια του ναού του Ασκληπιού, και των ιαματικών λουτρών του, καθώς και τμήματα της πόλεως της Γόρτυνας νοτίως του ποταμού, κατά τις ανασκαφές που διεξήχθησαν μεταξύ 1954-55. Η σπουδαιότητα του ιερού του Ασκληπιού αποδεικνύεται από την επίσκεψη του Μεγάλου Αλεξάνδρου (356-323 π.Χ.), όπου και αφιέρωσε την πανοπλία και το δόρυ του. Ο Παυσανίας μάλιστα αναφέρει στα Αρκαδικά του ότι η αιχμή του δόρατος, καθώς και ο θώρακας του Μεγάλου Αλεξάνδρου φυλάσσονταν ακόμη στον ναό του Ασκληπιού επί των ημερών του. Σύμφωνα με τις πηγές, τον ναό στόλιζαν λατρευτικά αγάλματα του θεού Ασκληπιoύ και της Υγείας, κατασκευασμένα από πεντελικό μάρμαρo, έργα τoυ μεγάλου Παριανoύ γλύπτη Σκόπα.

Δίπλα στα θεμέλια του ιερού του Ασκληπιού σώζονται τα ιαματικά λουτρά, υπόδειγμα ελληνικής ευρεσιτεχνίας κατά πολύ πιο προηγμένης από την τεχνολογία στα μεταγενέστερα Ρωμαϊκά λουτρά. Τα ιαματικά λουτρά της Γόρτυνας χρησιμοποιούσαν τεχνολογία κίνησης θερμού αέρα και στην ακμή τους μπορούσαν να εξυπηρετήσουν ταυτόχρονα γύρω στους 30 ασθενείς υπό την προστασία του θεού της υγείας Ασκληπιού. Στο χώρο έχουν βρεθεί πολλά αναθήματα αφιερωμένα στους θεούς της ίασης (Ασκληπιού και Υγείας).

Σύμφωνα με την αρχαιολογική έρευνα, η αρχαία Γόρτυς ήταν εξέχουσα πόλη με σημαντική συμβολή στα αρκαδικά πράγματα κατά στην κλασική και ελληνιστική περίοδο. Η απώλεια της αυτοτέλειάς της κατά το 368 π.Χ., έτος ίδρυσης της Μεγάλης Πόλεως (Μεγαλουπόλεως) και του συνοικισμού της Γόρτυνας με τις γειτονικές πόλεις, οδήγησαν στην παρακμή της. Ωστόσο, η πόλη εξακολουθούσε να επιβιώνει τουλάχιστον επί 540 χρόνια ( μετά την ίδρυση της Μεγαλουπόλεως, οπότε και την επισκέφτηκε ο Παυσανίας (176 μ.Χ.). Εικάζεται ότι τελικά εγκαταλείφθηκε και ερήμωσε κατά τα πρώτα Βυζαντινά χρόνια.

Μετανάστευση

Μεγάλος πληθυσμός του χωριού μετανάστευσε στις αρχές του 20ου αιώνα στο εξωτερικό κυρίως στις Η.Π.Α. και αργότερα στην Αυστραλία όπου υπάρχουν μεγάλες κοινότητες πατριωτών καταγομένων από το Ελληνικό.

Στην δεκαετία του 1960 υπήρξε μεγάλη εσωτερική μετανάστευση προς τα αστικά κέντρα πράγμα που συντέλεσε στην πληθυσμιακή αποδυνάμωση του χωριού. Από τα μέσα της δεκαετίας του 90 το χωριό εντάχθηκε στο δήμο Τρικολώνων και παρουσιάζει νέα φάση ανάπτυξης που στηρίζεται τόσο στους πατριώτες που επιστρέφουν και ανακαινίζουν τα πατρικά σπίτια τους αλλά και στην τουριστική του αξιοποίηση βοηθούμενο τόσο από το δήμο όσο και από τους τοπικούς συλλόγους.

Σήμερα

Η κεντρική πλατεία της Αγίας Τριάδος φιλοξενεί τα μαγαζιά και τα καφενεία του χωριού. Εδώ βρίσκεται και το μεγαλοπρεπές διώροφο διδακτήριο του άλλοτε 3θέσιου δημοτικού σχολείου που σήμερα δεν λειτουργεί. Στην ίδια πλατεία βρίσκεται το ηρώο που είναι αφιερωμένο σε όλους εκείνους που έπεσαν στους πολέμους της πατρίδας. Στην είσοδο του χωριού, από την Μεγαλόπολη βρίσκεται ένα ακόμη μεγαλόπρεπο διδακτήριο, η ΜΑΥΡΑΚΕΙΟΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ. Ιδρυτής και δωρητής ο συμπατριώτης μας Ιωάννης Μαυράκος,κάτοικος Η.Π.Α., μέγας ευεργέτης του χωριού μας. Το διδακτήριο θεμελιώθηκε το 1965 και σήμερα λειτουργεί ως επαγγελματική σχολή της ΔΕΗ. Οι ναοί του χωριού ανέρχονται στους εννέα. Εντός του οικισμού είναι οι ναοί:Προφήτης Ηλίας που είναι καθεδρικός ναός, Τιμίου Προδρόμου και Άγιος Δημήτριος. Ο Προφήτης Ηλίας(1904-1905),είναι έργο άριστης τέχνης.Έχει ρυθμό βυζαντινό και αρχιτεκτονική δομή μεγαλοπρεπή.

Οι άλλες εκκλησίες Παναγία, Αγ.Γεώργιος,  Αγ.Θεόδωρος, Αγ.Αθανάσιος, Αγ.Νεκτάριος και Μεταμόρφωση είναι εξωκλήσια του χωριού. Στην άκρη του χωριού βρίσκεται και η μονή του Αγ.Νικοδήμου που ιδρύθηκε το1975 από τον συμπατριώτη μας π.Αντώνιο Γ.Γεωργαντά,η οποία έχει δύο μοναχούς. Οι τοπικοί φορείς του χωριού σε απόλυτη συνεργασία με τους πολιτιστικούς συλλόγους δραστηριοποιούνται για τη διατήρηση της τοπικής πολιτιστικής μας κληρονομιάς και παράδοσης. Πραγματοποιούν έργα υποδομής και εξωραϊσμού του χωριού και διοργανώνουν πολιτιστικές εκδηλώσεις που κορυφώνονται στις 29 Αυγούστου, ημέρα κατά την οποία γίνεται το πανηγύρι του χωριού με πατροπαράδοτο παραδοσιακό γλέντι.

Στο τέλος του 20ου αιώνα, το Ελληνικό αποκτά το δικό του ξενώνα 10 δωματίων, έργο των αδελφών Φουρλή, δωρεά προς τη γενέτειρα των γονιών τους ενώ στις αρχές της 3ης χιλιετίας αποκτά και δεύτερο ξενοδοχείο με την ονομασία «Ελαιών».Το Ελληνικό με το πλούσιο πράσινο και με το ευχάριστο και υγιεινό κλίμα που διαθέτει, προσελκύει τους τουρίστες και γοητεύει τους απόδημους και ξένους που παραθερίζουν στο χωριό μας όλες τις εποχές του χρόνου ενώ τα χειμωνιάτικα Σαββατοκύριακα αποτελεί κλασσικό προορισμό απόδρασης. Ήδη με ενέργειες του δήμου αποτελεί οικισμό ιδιαίτερου αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος που προστατεύεται από το νόμο.

 Δείτε επίσης: Μουλατσιώτες Αγωνιστές